29.10.2024

Οταν αναδυεται ο Vampy

Written By

ΝΑΝΤΙΑ ΑΡΓΥΡΟΠΟΥΛΟΥ

Θέλω να διαβάζω εφημερίδες σαν να ήμουν μαλάκιο.
VF¹

Η μη ανθρώπινη ευφυΐα είναι ένα ζήτημα που με απασχολεί συχνά. Και ακόμη περισσότερο όταν χρειάζεται να εξετάσω την ανθρώπινη επινοητικότητα και επικοινωνία.

Τα τελευταία χρόνια, ταυτόχρονα με την ανάδυση των προβληματισμών περί της “Τεχνολογικής Μοναδικότητας” (Singularity) και του επιχειρήματος περί “Προσομοιωμένης Πραγματικότητας” (Simulation Argument), η τεχνητή νοημοσύνη έκανε την εμφάνισή της στο πολυσχιδές σύμπαν των εναλλακτικών που υπερβαίνουν τα όρια του ανθρώπινου και αμφισβητούν θεμελιωδώς τις βεβαιότητες της ανθρωπότητας αφήνοντας το στίγμα τους στο χώρο των τεχνών.

Η πανδημία του Covid-19 ήρθε να μας προτείνει ένα μέλλον ολότελα απρόβλεπτο που δε βρίσκεται εκτός ή μπροστά μας, δεν επίκειται, ούτε έχει καθυστερήσει, αλλά υπάρχει αντιθέτως, εντός, πάντοτε, ως ένα μη αναπαραστάσιμο “ήδη” που αποτελεί, ταυτόχρονα και ένα “όχι ακόμη”. Καθώς αυτό το ανεπαίσθητο, εντροπικό υφάδι της πραγματικότητας υπέστη μεγέθυνση σε βαθμό που να αναδειχθούν ακόμη και τα πιο μικροσκοπικά ή αόρατα στοιχεία του, οι κοινωνικές δομές της ζωής απομειώθηκαν και κωδικοποιήθηκαν εκ νέου βάσει αλγοριθμικών μοντέλων· στοιχεία της φύσης και του πολιτισμού συγχωνεύτηκαν βίαια υπό τη σκέπη της ισοπεδωτικής δημοφιλίας (ο ιός και το viral, η μετάδοση και η μετάβαση), ενώ ο πανικός του κόσμου αποκάλυψε, αλλά και εμβάθυνε, τις ανισότητες.

H διαμεσολάβηση απέκτησε μια άλλη εννοιολογική αιχμή στον απόηχο της επιτάχυνσης της πρωτοκαθεδρίας της οθόνης, του θριάμβου του καπιταλισμού της καταστροφής και της ανάδυσης νέων, στιγμιαίων τεχνικών επίλυσης, ενισχυμένων από την υπόσχεση της τεχνολογίας αλυσίδας συστοιχιών (blockchain). Ο εκρηκτικός πολλαπλασιασμός του ηλεκτρονικού μας αποτυπώματος κατά τη διάρκεια της πανδημίας έχει ήδη δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για μία νέα, μακρόχρονη περίοδο συγκομιδής των βιοπολιτικών μας πληροφοριών.

Μέσα σε αυτό το επίμονο, καθολικό και άγνωστο παρόν, η καθημερινότητα εκφράστηκε με όρους επιτελεστικής εικοτολογίας που στο παρελθόν προερχόταν σχεδόν κατ’αποκλειστικότητα από το χώρο της τέχνης δημιουργώντας έτσι μια σειρά από επείγοντα ερωτήματα: πώς μπορεί κανείς να σκεφτεί τις διαφορές και τις λεπτές αποχρώσεις που σταχυολογούν την αλήθεια και προεικάζουν τις μελλοντικές προκλήσεις; Πώς να επινοήσουμε μια νέα γλώσσα έκφρασης συναισθημάτων για την απροσδιοριστία που βρίσκεται στην καρδιά της γνώσης; Πώς μπορεί να ελευθερωθεί ο κόσμος από τον ιό του καπιταλιστικού φαντασιακού; Με ποιον τρόπο μπορεί κανείς να φανταστεί και να αρνηθεί ταυτόχρονα; Πώς προσεγγίζεται το πρόβλημα που θέτει η ερώτηση της Isabelle Stenger: “Τι είναι; Αυτή η ζωή;”²

Τα ερωτήματα με βρήκαν εν μέσω της ενασχόλησής μου με τα έργα των καλλιτεχνών που συμμετείχαν στο δεύτερο γύρο του Προγράμματος Υποστήριξης Καλλιτεχνών Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος (ΙΣΝ) από την ARTWORKS, στο οποίο συμμετείχα ως μέντορας. Τα ερωτήματα συναντήθηκαν επιπλέον, με τις παράξενες διαπιστώσεις και τις άβολα προφητικές ενοράσεις που στοιχειώνουν τα έργα αυτά. Προσπαθήσαμε από κοινού με τους δημιουργούς να συλλάβουμε το déjà vu κομμάτι αυτής της συγκυρίας, που μοιάζει να σηματοδοτεί ένα είδος τέλους του παιχνιδιού.

Η τέχνη τους -ψηφιακοί κόσμοι που εκτείνονται πέρα από την ανθρώπινη σφαίρα και υβριδικές, ευφάνταστες υλικές μεταλλάξεις (γλυπτά, φωτογραφικές εκτυπώσεις, βιβλία, εγκαταστάσεις, ταινίες, animation, παραστάσεις, κείμενα, ήχοι)- αποκάλυπτε μια τολμηρή ενασχόληση με τον ίλιγγο της αλλαγής, με διάφορες μορφές ανοίκειων συγγενειών, επισφαλών συνθηκών, εναλλακτικών “κλιμάτων”, αλλά και συγκρουσιακών απεικονίσεων της αγάπης και της απώλειας, του πένθους και της χαράς, της καταστροφής και της λαχτάρας για αποκατάσταση.

Τα περισσότερα δείγματα αξιόλογης τέχνης (κάθε είδους) επιδίδονται εδώ και καιρό σε μια απόπειρα αποτύπωσης μιας μεταβολής του ισχύοντος μοντέλου, της αισθητηριακής γλώσσας που το εκφράζει, καθώς και των ρωγμών και των σφαλμάτων, των θορύβων και των βρώμικων δεδομένων (dirty data) που διαταράσσουν και μπερδεύουν τις όποιες αναδυόμενες απόπειρες εξτρακτιβισμού, αλλά και την “Ουτοπία των κανόνων”³.

Τη στιγμή που σχεδόν το σύνολο των συνευρέσεών μας μεταφέρθηκε στην ψηφιακή σφαίρα και η δημόσια ζωή εξημερώθηκε και περιορίστηκε σε μοιρασμένες οθόνες, αυτή η αίσθηση “ετερότητας” διέρρευσε στην καθημερινότητά μας με μια ευκολία που προκαλεί σύγχυση, αφού μετατράπηκε σε μια ανησυχητική και συνάμα εξουθενωτική κοινή λογική.

Ζώντας μέσα σε μια επαυξημένη με φόβο, άυλη “δημοκρατία των παρεξηγήσεων”, οι ματαιωμένοι ορθολογιστές αντιμάχονται (και πάλι) τους ματαιωμένους ανορθολογιστές, καθιστώντας σαφές τόσο το γεγονός ότι οι νοοτροπίες τους αλληλοσυμπληρώνονται, όσο και την επιτακτική ανάγκη αναγνώρισης ενός μη θεοποιημένου “από-κοι-νοποιημένου χώρου”. Η έννοια του “από-κοινοποιημένου χώρου” χρησιμοποιείται εδώ, σύμφωνα με τον ορισμό που της δίνουν οι Mario Blase και Marisol de la Cadena, ως: “τα ετερογενή εδάφη όπου εκτυλίσσονται διαπραγματεύσεις εντός των κοινών που αποτελούν ένα συνεχές επίτευγμα, ένα συμβάν που δεν επιδιώκει την τελεσιδικία, καθότι διατηρεί τη μνήμη ότι ο από-κοινοποιημένος χώρος αποτελεί το διαρκές σημείο αφετηρίας του”⁴.

Μπλέχτηκα στις πολυδαίδαλες τελετουργίες αυτής της έρευνας, ύστερα από τη συνάντησή μου τόσο με καλλιτέχνες, όσο και με τον “Vampy”, γνωστό επίσης και ως “Vampyroteuthis Infernalis”. Πρόκειται για τον μυστηριώδη και αινιγματικό φίλο των Vilém Flusser και Louis Bec, ένα καλαμάρι-βαμπίρ που κατοικεί στα βαθιά ύδατα και έδωσε το έναυσμα για μια σκοτεινή, άκρως συναρπαστική, βιοφιλοσοφική, εικονογραφημένη πραγματεία που μπορεί κανείς να διαβάσει ως ένα είδος άτλαντα· ως ένα σύστημα ταξινόμησης όπου μπορούμε να ανακαλύψουμε μυστικά που ούτε ξέραμε ότι αναζητούσαμε 5 ως μια ιστορία συμπλεκόμενων γνώσεων που προμηνύει μια στερεοσκοπική ανάγνωση της πραγματικότητας· ως μια από-κοινοποίηση που θα μπορούσε να αποτελέσει πρόταση για το πώς να ζει κανείς με την τεχνολογία.

Επί μία περίπου δεκαετία (1980-1990) ο Τσέχος φιλόσοφος των μίντια και πρωτοπόρος της θεωρίας των επικοινωνιο-λογικών διαδικασιών προσπαθούσε να “διαισθανθεί το σπονδυλωτό, θηλαστικό και πρωτεύον θεμέλιο” της δικής του συμπεριφοράς και κατά συνέπεια, να αμφισβητήσει τις θεωρίες ανθρώπινης μηχανικής, αλλά και τις ισχύουσες παραμέτρους της θεωρίας της εξέλιξης. Κατόρθωσε να καταδυθεί στην κυβερνητική (πληροφορική) σκέψη και την αισθητηριακή επικοινωνία ενός μοναδικού μέλους της ομοταξίας των οκτάποδων και να προσκομίσει μια περίπτωση διασύνδεσης υποκειμένου και αντικειμένου, ή αλλιώς μια εναλλακτική αντίληψη του μείγματος φύση/πολιτισμός που επιτρέπει στην επιστήμη και την τέχνη να επιδοθούν από κοινού σε ένα δημιουργικό παιχνίδι που λαμβάνει χώρα στα οικολογικά κοινά, όπου δημιουργούνται κόσμοι.

Μέσω της επινόησης αυτού του μύθου -ο οποίος είναι “ταυτόχρονα επιστημονικά ακριβής και ένα τρελό αποκύημα της φαντασίας”, σύμφωνα με την παραδοχή του συγγραφέα σε ένα γράμμα του προς την Dora Ferreira da Silva, γραμμένο το 1981 αλλά και μέσω της εξερεύνησης της -όχι και τόσο- ξένης στον άνθρωπο φύσης του Vampyroteuthis (και τα δύο είδη “εκτεθειμένα όσο και απειλούμενα ψευδοπόδια της ζωής, τώρα που το σκέφτομαι”), ο στόχος του Flusser ήταν να εξασφαλίσει μια μη υπερβατική απόσταση από την ανθρώπινη κατάσταση, αρκετή ώστε να μπορέσει να εξερευνήσει το ενδεχόμενο της ύπαρξης ενός εξωγλωσσικού μηχανισμού αισθήσεων· να κοιτάξει μέσα από μάτια που μοιάζουν, αλλά και ταυτόχρονα διαφέρουν ριζικά από εκείνα των ανθρώπων· να φανταστεί τον κόσμο ως μια προβολή που εμείς οι ίδιοι δημιουργούμε και επομένως μπορούμε/πρέπει να αλλάξουμε από κοινού, αντί να υποκύπτουμε στην τύχη, τη μοίρα ή την πίστη μας σε κάποια ανώτερη δύναμη.

Ύστερα από μία εκτενή και μακροχρόνια ενασχόληση με την απύθμενη και συνάμα, σχεδόν άγνωστη ύπαρξη του Vampy και έναν “κεφαλοποδικό” διάλογο με τον Louis Bec, ο Flusser κατέδειξε το πώς η ανθρώπινη ύπαρξη περιπλέκει εκείνη του Vampyroteuthis, και αντίστροφα. Εστιάζοντας κριτικά στην “προγραμματική” ερμηνεία της εξέλιξης, ο συγγραφέας εξέτασε σε βάθος και οργιαστικά τον τρόπο με τον οποίο ο Vampy αντιλαμβάνεται τον κόσμο (“γραπώνοντας τον”, στην κυριολεξία, μέσω ενός αισθητηριακού οργάνου που τελεί χρέη τρίτου πέους) αλλά και τον δημιουργεί βιώνοντας και μεταβάλλοντας όχι άλλα αντικείμενα, αλλά εκπροσώπους του ίδιου του του είδους. Για τον οραματιστή φιλόσοφο μιας μετα-θεωρίας της επικοινωνίας, επιμελητή τέχνης και, τελικά, καλλιτέχνη, το έργο αυτό συνιστά μια μορφή τέχνης ικανή να αποκτήσει το διαρκές βάθος των γαμετών και να το εκφράσει με τη βοήθεια της ευπλαστότητας των πίξελ. Πρόκειται, επίσης, για μια μορφή δημιουργίας που μπορεί να εκφυλιστεί σε απολυταρχική, δόλια και κακεντρεχή.

Λαμβάνοντας υπόψη ότι ο Flusser έγραψε προς το τέλος του 20ου αιώνα, στην εποχή της γέννησης της κουλτούρας της επικοινωνίας και της σχεσιακής αισθητικής, καθώς και το γεγονός ότι η άνοδος της ψηφιακής οικονομίας στην πλατφόρμα του καπιταλι-σμού έχει αναγάγει το “είναι-σε-σχέση” μας σε πόρο προς εξόρυξη και εκμετάλλευση, ένα καλό σημείο εκκίνησης θα ήταν να αποδεχτούμε πως εν μέσω της εξελισσόμενης, ακόμη, περιπέτειάς μας στην ψηφιακή σφαίρα, θα πρέπει να διερευνήσουμε τις επιλογές μας ψηφιακά. Με άλλα λόγια, πρέπει να γίνουμε φίλοι με το τέρας αντλώντας έμπνευση από τα τελετουργικά των ξεχασμένων κοσμογονιών και των εναργών μεθοδολογιών ζωής που προτείνουν και οι οποίες γνωρίζουν πώς να αφήσουν χώρο για την παρέμβαση της τύχης. Πρέπει να ξορκίσουμε το Vampyroteuthis, προκειμένου να του επιτρέψουμε να αναδυθεί ζωντανό· να διανύσουμε “σαν ακροβάτες πάνω σε σκοινί τη διαδρομή ανάμεσα στην επιμονή στο πνεύμα και στην παράδοση στο συναίσθημα”6.

Τότε, μόνο, θα μπορέσουμε να εκτιμήσουμε την προσπάθεια του Flusser να ανιχνεύσει την ψηφιακή δομή που ενυπάρχει στη φύση ως μία απόπειρα ενθάρρυνσης της ανθρωπότητας να κάνει χρήση της ψηφιακής τεχνολογίας σε συνδυασμό, και όχι σε αντίθεση, με τους νόμους της φύσης, καθώς και ως μια απόπειρα συμφιλίωσης της εντροπίας της φύσης και της αντίστροφης εντροπίας του πολιτισμού με μέσο την ανθρώπινη υπευθυνότητα και την καθοριστική συμβολή της τέχνης. Από κάποιο ειρωνικό καπρίτσιο της μοίρας που ο συγγραφέας σίγουρα θα εκτιμούσε, μπορούμε να διακρίνουμε στον θετικό παραλληλισμό που επιχείρησε μεταξύ της παραγωγικής ισχύος των φυσικών δυνάμεων και της δυνατότητας επεξεργασίας πληροφοριών που παρέχει η ψηφιακή τεχνολογία την ανεστραμμένη εικόνα μιας κρίσης η οποία, αν συνεχίσουμε να παραβλέπουμε την πολυεδρικότητα και την περίπλοκη φύση της ζωής, μπορεί να φτάσει ή ακόμα και να ξεπεράσει την περιβαλλοντική καταστροφή. Ο Flusser γνώριζε πολύ καλά τις κοινωνικές προεκτάσεις της ουτοπικής του αντίληψης, σύμφωνα με την οποία η πραγματικότητα είναι ένας “αφρισμένος ωκεανός” δυνατοτήτων και τα καλύτερα μέσα πλοήγησης που διαθέτουμε είναι οι τολμηρές προθέσεις και η άφοβη τεχνολογική εφευρετικότητα. Μας προειδοποίησε ότι προκειμένου να αποκρυπτογραφήσουμε την “τεχνο-φαντασία” θα πρέπει να χακάρουμε τα νέα μέσα και κανάλια επικοινωνίας (πραγματοποιώντας ένα détournement) και να δημιουργήσουμε νέες, ριζοσπαστικές πραγματικότητες. Οι καλλιτέχνες πρέπει να τοποθετούνται πάντοτε απέναντι από τις μηχανές (ανατρέποντας το ότι αυτές γίνονται όλο και πιο εύχρηστες, αλλά και όλο και πιο δυσνόητες). Οι καλλιτέχνες πρέπει να οργανωθούν σε μη ιεραρχικές ομάδες διαλόγου με έντονη ικανότητα απόκρισης και ανάληψης ευθύνης και να παίρνουν πρωτοβουλίες που να αποτρέπουν τη μετατροπή των νέων αυτών δεδομένων σε όρους που καθορίζουν περιοριστικά την πραγματικότητα.

Ο μύθος του Vampy που δημιούργησε ο Flusser είναι κάτι παραπάνω από μια απλή ποιητική επινόηση· είναι μία πρακτική που δοκιμάζει τη θεωρία του στην πράξη, μία fantasia essata που καταπιάνεται με μια υπέροχη παραδοξότητα, την οποία δεν εξαντλεί δια της ερμηνείας της, αλλά αντιθέτως τη βελτιώνει μεταβάλλοντας διαρκώς την προοπτική της. Πρόκειται για μια μυθοπλαστική επιστήμη που καθιστά δυνατή την άμεση αποκάλυψη του ανησυχητικού παρελθόντος και των τεράστιων δυνατοτήτων της πραγματικότητας και επιτυγχάνει μια αλλόκοτη επανασύνδεση τέχνης και ζωής. Ο μύθος του Vampy διαβάζεται σαν ένα τέχνασμα που κάποιος σκάρωσε, ως μία παραπλανητική κίνηση που αναδεικνύει κάθε είδους φυσικά και κοινωνικά μυστήρια και προϋποθέτει υπέρμετρες δεξιότητες, υπέρμετρη τεχνική, και υπέρμετρη ενσυναίσθηση της πραγματικότητας7.

Όποια κι αν είναι η κατεύθυνση που θα διαλέξει κανείς να ακολουθήσει σε σχέση με αυτά τα ζητήματα -και οι επιλογές είναι πολυποίκιλες, αναδυόμενες και καταβυθιζόμενες, ψηφιακές, υλικές, χθόνιες, υδρόβιες, κ.ά.-, η μυθοπλαστική συνέργεια του Flusser με την πραγματικότητα του καλαμαριού-βαμπίρ είναι αυτή που “συναντά το σύμπαν στο μέσο της διαδρομής” (για να χρησιμοποιήσουμε την εικόνα της Karen Barad8) και παρέχει ένα αποκαλυπτικό παράδειγμα του πώς “η διαδρομή δημιουργείται ενώ περπατάς” μέσα στο “άγριο”. Μέσα στην κριτική πρακτική της εξοικείωσης με αυτό που έχει αγνοηθεί· μέσα στην πρακτική του φυγόδικου προγραμματισμού που αντιτίθεται στην ομαλοποίηση και τη θεσμοθέτηση· στην πρακτική της αποαποικιοποίησης της φύσης και της αμφισβήτησης των πολιτισμικών δομών· στην πρακτική της “δημιουργίας τόπων σκέψης-συναισθήματος ριζοσπαστικής ευαισθησίας9” και ανάπτυξης κραταιών αναρχικών συμμαχιών με στόχο την απόδοση δικαιοσύνης· μέσα στη διαρκή πρακτική του να παραμένεις με το πρόβλημα.

 

 

1 Flusser, V., γράμμα στη Dora Ferreira da Silva, 9/6/1981, στο Flusser, V. (2011) Vampyroteuthis Infernalis,
επιμέλεια R.M.Novaes, New York-Dresden: Atropos Press, σ. 142
2 https://www.agirparlaculture.be/entretien-avec-isabelle-stengers-se-liberer-de-limaginaire-capitaliste/
3 Graeber, D. Τhe Utopia of Rules, https://en.wikipedia.org/wiki/The_Utopia_of_Rules
4 Blaser, Μ. και Marisol de la Cadena (2018). Introduction: Pluriverse; Proposal for a World of Many Worlds, σ.19, https://www.dukeupress.edu/a-world-of-many-worlds
5 Flusser, V. και Bec, L. (2012) Vampyroteuthis Infernalis: A Treatise, with a Report by the Institut Scientifique de Recherche Paranaturaliste, αγγλική μετάφραση: Valentine A.
Pakis, Minneapolis: University of Minnesota Press.
6 Flusser, V. (2011), ό.π., σ. 122
7 Taussig, M. (1998) “Viscerality, Faith and Skepticism: Another Theory of Magic”. Journal of Ethnographic Theory, 6, σ. 482.
8 Barad, Κ. (2007) Meeting the Universe Halfway: Quantum Physics and the Entanglement of matter and meaning, Durham and London: Duke University Press
9 Demos, T.J. (2020) Beyond the World’s End, Arts of living at the crossing, Durham: Duke University Press, https://www.dukeupress.edu/beyond-the-worlds-end
*Η Νάντια Αργυροπούλου είναι ανεξάρτητη επιμελήτρια, ιστορικός τέχνης και συγγραφέας. To 2019 ήταν μέλος της Επιτροπής Αξιολόγησης της ARTWORKS για τις Εικαστικές Τέχνες μαζί με τους Νάγια Γιακουμάκη, Χάρις Κανελλοπούλου, Νίκο Ναυρίδη και Ηλιάνα Φωκιανάκη.

 

*Η Νάντια Αργυροπούλου είναι ανεξάρτητη επιμελήτρια, ιστορικός τέχνης και συγγραφέας. To 2019 ήταν μέλος της Επιτροπής Αξιολόγησης της ARTWORKS για τις Εικαστικές Τέχνες μαζί με τους Νάγια Γιακουμάκη, Χάρις Κανελλοπούλου, Νίκο Ναυρίδη και Ηλιάνα Φωκιανάκη

**To κείμενο δημοσιεύτηκε στη 2η έκδοση της ARTWORKS που αποτυπώνει το Πρόγραμμα Υποστήριξης Καλλιτεχνών ΙΣΝ 2019-2020.