10.11.2024
Η περιοδος της πανδημιας ως χρονικο πεδιο συλλογικης παρεμβασης
Η πανδημία βρήκε τον Πολιτισμό σε μια τεράστια αμηχανία, καθώς αποκάλυψε με τον πιο γλαφυρό τρόπο τις παθογένειες που κυριαρχούσαν στον κάθε επιμέρους κλάδο του επί χρόνια: άμισθη εργασία, απουσία ασφάλισης και περίθαλψης των εργαζόμενων, ανυπαρξία κρατικής μέριμνας, απουσία εργοδοτικού ελέγχου, παρουσία λόμπι, εξουσιαστική συμπεριφορά και εμπεδωμένη πατριαρχία, ενίσχυση του αφηγήματος της αυθεντίας και εν τέλει μια πολιτειακή -και όχι μόνο- αντιμετώπιση του χώρου της τέχνης ως πάρεργο, και όχι ως επάγγελμα και ως πεδίο, όπου η ύπαρξη της βίας μοιάζει για κάποιον ακατανόητο λόγο αλληλένδετη με την επιτυχία. Την ίδια στιγμή όμως, ακριβώς λόγω της αναγκαστικής διαπίστωσης αυτού του τοπίου ως δεδομένο, η πανδημία επανέφερε τη συλλογική διαδικασία και την αλληλεγγύη και τη μετέτρεψε σε πρόταγμα. Έγινε έτσι αντιληπτό ότι μέσα από τη δημιουργία κοινοτήτων και συλλογικοτήτων ισότιμων και συμπεριληπτικών οι καλλιτέχνες μπορούν να αντιταχθούν στην επισφάλεια και την ανασφάλεια και να αντιπαρέλθουν τις δύσκολες συνθήκες που έφερε στην επιφάνεια η έξαρση του κορονοϊού.
Εδώ και χρόνια η εργασιακή κατάσταση των εργαζομένων στον πολιτισμό αποτελεί ένα θολό τοπίο. Πλήθος επαγγελματιών στερούνται κωδικό ειδικότητας για την ασφάλισή τους, ενώ συνήθως η απασχόληση λαμβάνει χώρα υπό τη μορφή σύμβασης ορισμένου χρόνου εργασίας ή ακόμα και με την καταβολή ημερομισθίου (κυρίως στην περίπτωση των παραστατικών τεχνών). Διαπιστώνεται ότι οι καλλιτέχνες και εργαζόμενοι στο χώρο των τεχνών αναγκάζονται συχνά να συναινούν σε αμοιβές που δεν αντιστοιχούν στο χρόνο εργασίας τους και με απουσία ασφάλισης θυσιάζοντας την κάλυψη της υγειονομικής περίθαλψής τους, προκειμένου να επιβιώσουν στοιχειωδώς με τα μηνιαία τους έξοδα, ενώ συχνά παραμένουν δικαιούχοι στο ταμείο ανεργίας. Την ίδια στιγμή, ακόμα και όσοι ασφαλίζονται συχνά καλύπτονται κατ’ αναλογία άλλης ειδικότητας με αποτέλεσμα να μη δικαιούνται επιδόματα και άλλες μορφές κρατικής υποστήριξης. Επίσης, πληθώρα εργαζομένων ειδικοτήτων σχετικών με τον πολιτισμό αντιμετωπίζονται ως απόφοιτοι δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, αφού η κατάρτισή τους πραγματοποιείται σε σχολές αναγνωρισμένες από το κράτος ως “ανώτερες επαγγελματικές” και όχι ως ανώτατα πανεπιστημιακά ιδρύματα. Έτσι, λαμβάνοντας ως οικονομικό αντάλλαγμα των σπουδών τους τον κατώτατο μισθό, ενισχύεται συνολικά η τάση για αναντιστοιχία μεταξύ εργασίας και αμοιβής στον πολιτισμό.
Σε ένα εργασιακό περιβάλλον με εργαζόμενους επί χρόνια διαλυμένους η πανδημία και η ψηφιοποίηση δημιούργησαν ένα νέο πεδίο της εκμετάλλευσής τους: αυτή τη φορά με αφορμή τα πνευματικά και συγγενικά δικαιώματα. Μέσω των live streaming και on demand προβολών των παραστάσιμων έργων πολλοί παραγωγοί ευθέως και παράνομα επιχείρησαν να ενσωματώσουν στις δεδουλευμένες αποδοχές τις αμοιβές για την παραχώρηση των πνευματικών δικαιωμάτων των συντελεστών. Αυτή η κίνηση σαφώς αποτελεί ευθεία προσβολή της πνευματικής ιδιοκτησίας, η οποία είναι αυτοτελής και σε καμία περίπτωση δεν παραχωρείται χωρίς χωρικό και χρονικό περιορισμό στους εργοδότες, αποκλειστικά επειδή οι καλλιτέχνες που συνέβαλαν στη δημιουργία ενός έργου πληρώθηκαν άπαξ για την εργασία τους. Η εμπορική εκμετάλλευση των έργων αποφέρει κέρδος και εκ του Νόμου προβλέπεται για τους καλλιτέχνες που συμμετέχουν σε αυτά αμοιβή, η οποία δεν αντικαθίσταται σε καμία περίπτωση από την πλήρη και ολοσχερή εξόφληση για την παροχή εργασίας ή υπηρεσίας.
Σε αυτή τη διαμορφωμένη κατάσταση και με δεδομένη την κρατική αδιαφορία για τους κλάδους του πολιτισμού οι οποίοι αποτέλεσαν μια από τις πιο βαθιά πληττόμενες από την πανδημία κατηγορίες απασχόλησης, οι εργαζόμενοι καλλιτέχνες απάντησαν συλλογικά και μαζικά, προς έκπληξη ακόμα και των ίδιων, αφού ο ατομικός δρόμος ήταν για πολλούς μέχρι τότε βασική επιλογή. Η επιστροφή των καλλιτεχνών στα σωματεία και στις συλλογικότητες αποτελεί, για μένα, το μεγαλύτερο κέρδος της περιόδου. Σε μια συγκυρία όπου η κοινωνική αποστασιοποίηση υπήρξε το κυριότερο πρόταγμα του δημόσιου λόγου, η ενδυνάμωση των ιστών και δικτύων αλληλεγγύης, συμπερίληψης και συμμετοχικότητας κέρδισε ακόμα και μέσα από τον ψηφιακό κόσμο. Δεν άργησε βέβαια να αποτυπωθεί και στον πραγματικό με ουσιαστικές δράσεις διεκδίκησης και με διαμαρτυρίες στο δημόσιο χώρο του κάθε υποκειμένου που αντιλαμβάνεται τον εαυτό του ως μέρος του συνόλου. Αποτελέσαμε, δηλαδή, μια ουσιαστική, διεκδικητική, ενεργή συλλογική φωνή, καταφέραμε να κερδίσουμε πολλά για να επιβιώσουμε από την πανδημία και αντιληφθήκαμε ότι ο δρόμος είναι μακρύς, αλλά αν τον διαβούμε χέρι- χέρι, θα καταφέρουμε περισσότερα από το να προχωρά ο καθένας μόνος του.
Από την αρχή της πανδημίας μέχρι σήμερα έχουν διοργανωθεί οι περισσότερες κινητοποιήσεις καλλιτεχνών των τελευταίων χρόνων και οι πολυπληθέστερες σε αριθμό συμμετεχόντων διαδηλωτών. Ενδεικτικό επίσης είναι ότι πολλές φορές οργανώθηκαν δράσεις επανοικειοποίησης του δημόσιου χώρου φέρνοντας πιο κοντά την ίδια την κοινωνία ως οργανικό συνομιλητή της τέχνης και σε άμεση επαφή με τις προβληματικές που αντιμετωπίζει ο πολιτισμός ως κύριο θύμα της κατάστασης που έχει δημιουργηθεί λόγω των αλλεπάλληλων lockdown . Από τα flash mob στη Διονυσίου Αρεοπαγίτου1 μέχρι το “μπαλέτο διαμαρτυρίας” έξω από το Υπουργείο Πολιτισμού σε πρόσφατη δράση των σπουδαστών χορού, βλέπουμε ότι οι καλλιτέχνες κατάφεραν να αρθρώσουν πολιτικό λόγο με μια πολλαπλότητα πράξεων, αλλά και να εφεύρουν νέους τρόπους ορατότητας και επικοινωνίας με το λαό. Καθοριστική υπήρξε επίσης η πρωτοφανής μαζικοποίηση των Γενικών Συνελεύσεων των πρωτοβάθμιων καλλιτεχνικών σωματείων όλο τον τελευταίο χρόνο είτε αυτές γίνονται δια ζώσης και τηρώντας τα απαραίτητα υγειονομικά πρωτόκολλα, είτε διαδικτυακά. Τέλος, σημαντικό είναι το ότι οι καλλιτέχνες επέλεξαν να συμπαρασταθούν στα παλλαϊκά προβλήματα συμμετέχοντας ενεργά και ουσιαστικά σε κινητοποιήσεις δημοκρατικών δικαιωμάτων, αλληλεγγύης στον αγώνα των υγειονομικών και γιατρών, αλλά και σε πανεργατικές κινητοποιήσεις συντασσόμενοι με κάθε πληττόμενο κομμάτι του τόπου και εμπλεκόμενοι με το σύνολο των προβλημάτων του συνόλου της κοινωνίας.
Είναι δύσκολο να μιλήσουμε με σιγουριά για το αύριο του πολιτισμού, ωστόσο είναι σίγουρο ότι βρεθήκαμε όλοι μαζί σε κοινή γραμμή με τους συναδέλφους μας, αλλά και με όλους τους συνανθρώπους μας. Η πανδημία μας βρήκε να μην έχουμε τίποτα να χάσουμε παρά μόνο τις αλυσίδες μας2. Με όπλο, λοιπόν, την συλλογικότητα και την αλληλοϋποστήριξη οι μέρες μετά την πανδημία θα μας βρουν να παλεύουμε, να διεκδικούμε και να δημιουργούμε, αλλά και να συντασσόμαστε ο ένας δίπλα στον άλλον, και όλοι μας πλάι σε κάθε αδύναμο. Γιατί η τέχνη έχει ανάγκη τους πολλούς, και εμείς είμαστε χιλιάδες.
*Η Κατερίνα Φώτη είναι δικηγόρος, Νομική Σύμβουλος του Σ.Ε.Χω.Χο. (Σωματείο Εργαζομένων στο Χώρο του Χορού), χορεύτρια και χορογράφος.
**To κείμενο δημοσιεύτηκε στη 2η έκδοση της ARTWORKS που αποτυπώνει το Πρόγραμμα Υποστήριξης Καλλιτεχνών ΙΣΝ 2019-2020.